Του Ηλία Π. Γεωργάκη
Eρχονται μειώσεις στα εφάπαξ των δημοσίων υπαλλήλων έως 15%. Την υπουργική απόφαση για τον νέο τρόπο υπολογισμού των εφάπαξ για όλα τα Ταμεία Πρόνοιας του Δημοσίου και του Ιδιωτικού τομέα, υπέγραψε ο υπουργός Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, Γιάννης Βρούτσης.
Εξαιρούνται από τις αλλαγές 25.472 δημόσιοι υπάλληλοι που έχουν κάνει αίτηση συνταξιοδότησης μέχρι τις 31-8-2013. Οι ασφαλισμένοι αυτής της κατηγορίας θα λάβουν κανονικά το εφάπαξ τους με το παλαιό σύστημα υπολογισμού.
Η καταβολή των εφάπαξ στο Δημόσιο και Ιδιωτικό τομέα θα ξεκινήσει άμεσα μετά τη δημοσίευση της υπουργικής απόφασης, στο Φύλλο Εφημερίδας της Κυβερνήσεως (ΦΕΚ).
Με την εφαρμογή του «μαθηματικού τύπου» αποφεύγονται «δραματικές και κατακόρυφες προσαρμογές» στα παρεχόμενα εφάπαξ που θα έφταναν, ακόμα και σε ποσοστό 80% και 90%.
Σύμφωνα με το υπουργείο Εργασίας, «η προσαρμογή που γίνεται στα νέα εφάπαξ του Δημοσίου είναι η πιο ήπια δυνατή, καθώς για τον υπολογισμό τους 'απλώνονται' οι απλήρωτες υποχρεώσεις του Ταμείου Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ σε βάθος 15ετίας».
«Δίνουμε οριστική λύση σε ένα πρόβλημα που αντανακλούσε τις διαχρονικές παθογένειες του ασφαλιστικού συστήματος, ειδικότερα των ταμείων παροχής εφάπαξ και ταλάνιζε για πολλά χρόνια χιλιάδες συμπολίτες μας» δήλωσε αναφερόμενος στο περιεχόμενο της υπουργικής απόφασης, ο υπουργός Εργασίας Γιάννης Βρούτσης.
Ο υπουργός τόνισε ότι με το νέο σύστημα, «διασφαλίζεται η βιωσιμότητα των ταμείων χωρίς νέα ελλείμματα, η οποία αποτελεί εγγύηση για την απρόσκοπτη καταβολή των εφάπαξ σε όλους τους Έλληνες, κυρίως, στις νέες γενιές» και διαβεβαίωσε ότι με «την καθιέρωση, του σύγχρονου συστήματος 'ΑΤΛΑΣ' θα εκμηδενιστούν οι χρόνοι απονομής συντάξεων και εφάπαξ στους δικαιούχους».
«Η κυβέρνηση αυτή και ο ίδιος ο πρωθυπουργός αποδεικνύουν ότι εργάζονται όχι μόνο αθόρυβα και εντατικά αλλά κυρίως αποτελεσματικά, δίνοντας λύσεις σε συσσωρευμένα προβλήματα και στρεβλώσεις δεκαετιών» κατέληξε ο κ. Βρούτσης.
Με την εφαρμογή του μαθηματικού τύπου, ο οποίος υπήρξε αποτέλεσμα της συνεργασίας όλων των υπηρεσιών του υπουργείου, της Εθνικής Αναλογιστής Αρχής και της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΠΑΣΟΚ, οι καταβολές των εφάπαξ, θα προέρχονται μόνο από παρακράτηση ασφαλιστικών εισφορών, και όχι από δάνεια ή χρηματοδότηση από τον κρατικό προϋπολογισμό.
Ακόμη μπαίνει τέλος στην πρακτική της χορήγησης εφάπαξ 50%, 60% και 70% πάνω από το σύνολο των εισφορών.
Σύμφωνα με τα στελέχη του υπουργείου Εργασίας το νέο σύστημα αποτελεί εγγύηση για την καταβολή εφάπαξ στο μέλλον, καθώς δημιουργείται ψηφιακή ατομική μερίδα του κάθε ασφαλισμένου στην οποία θα αποτυπώνονται οι εισφορές για την εφάπαξ παροχή που θα λαμβάνει στο τέλος του εργασιακού του βίου και εξυγιαίνονται πλήρως τα δύο βασικά ταμεία παροχής εφάπαξ το Ταμείο Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων (ΤΠΔΥ) και το Ταμείο Πρόνοιας Ιδιωτικού Τομέα (ΤΑΠΙΤ).
«Η λέξη έλλειμμα» σημειώνουν, «θα είναι άγνωστη λέξη πλέον στα ταμεία αυτά».
Eρχονται μειώσεις στα εφάπαξ των δημοσίων υπαλλήλων έως 15%. Την υπουργική απόφαση για τον νέο τρόπο υπολογισμού των εφάπαξ για όλα τα Ταμεία Πρόνοιας του Δημοσίου και του Ιδιωτικού τομέα, υπέγραψε ο υπουργός Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, Γιάννης Βρούτσης.
Εξαιρούνται από τις αλλαγές 25.472 δημόσιοι υπάλληλοι που έχουν κάνει αίτηση συνταξιοδότησης μέχρι τις 31-8-2013. Οι ασφαλισμένοι αυτής της κατηγορίας θα λάβουν κανονικά το εφάπαξ τους με το παλαιό σύστημα υπολογισμού.
Η καταβολή των εφάπαξ στο Δημόσιο και Ιδιωτικό τομέα θα ξεκινήσει άμεσα μετά τη δημοσίευση της υπουργικής απόφασης, στο Φύλλο Εφημερίδας της Κυβερνήσεως (ΦΕΚ).
Με την εφαρμογή του «μαθηματικού τύπου» αποφεύγονται «δραματικές και κατακόρυφες προσαρμογές» στα παρεχόμενα εφάπαξ που θα έφταναν, ακόμα και σε ποσοστό 80% και 90%.
Σύμφωνα με το υπουργείο Εργασίας, «η προσαρμογή που γίνεται στα νέα εφάπαξ του Δημοσίου είναι η πιο ήπια δυνατή, καθώς για τον υπολογισμό τους 'απλώνονται' οι απλήρωτες υποχρεώσεις του Ταμείου Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ σε βάθος 15ετίας».
«Δίνουμε οριστική λύση σε ένα πρόβλημα που αντανακλούσε τις διαχρονικές παθογένειες του ασφαλιστικού συστήματος, ειδικότερα των ταμείων παροχής εφάπαξ και ταλάνιζε για πολλά χρόνια χιλιάδες συμπολίτες μας» δήλωσε αναφερόμενος στο περιεχόμενο της υπουργικής απόφασης, ο υπουργός Εργασίας Γιάννης Βρούτσης.
Ο υπουργός τόνισε ότι με το νέο σύστημα, «διασφαλίζεται η βιωσιμότητα των ταμείων χωρίς νέα ελλείμματα, η οποία αποτελεί εγγύηση για την απρόσκοπτη καταβολή των εφάπαξ σε όλους τους Έλληνες, κυρίως, στις νέες γενιές» και διαβεβαίωσε ότι με «την καθιέρωση, του σύγχρονου συστήματος 'ΑΤΛΑΣ' θα εκμηδενιστούν οι χρόνοι απονομής συντάξεων και εφάπαξ στους δικαιούχους».
«Η κυβέρνηση αυτή και ο ίδιος ο πρωθυπουργός αποδεικνύουν ότι εργάζονται όχι μόνο αθόρυβα και εντατικά αλλά κυρίως αποτελεσματικά, δίνοντας λύσεις σε συσσωρευμένα προβλήματα και στρεβλώσεις δεκαετιών» κατέληξε ο κ. Βρούτσης.
Με την εφαρμογή του μαθηματικού τύπου, ο οποίος υπήρξε αποτέλεσμα της συνεργασίας όλων των υπηρεσιών του υπουργείου, της Εθνικής Αναλογιστής Αρχής και της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΠΑΣΟΚ, οι καταβολές των εφάπαξ, θα προέρχονται μόνο από παρακράτηση ασφαλιστικών εισφορών, και όχι από δάνεια ή χρηματοδότηση από τον κρατικό προϋπολογισμό.
Ακόμη μπαίνει τέλος στην πρακτική της χορήγησης εφάπαξ 50%, 60% και 70% πάνω από το σύνολο των εισφορών.
Σύμφωνα με τα στελέχη του υπουργείου Εργασίας το νέο σύστημα αποτελεί εγγύηση για την καταβολή εφάπαξ στο μέλλον, καθώς δημιουργείται ψηφιακή ατομική μερίδα του κάθε ασφαλισμένου στην οποία θα αποτυπώνονται οι εισφορές για την εφάπαξ παροχή που θα λαμβάνει στο τέλος του εργασιακού του βίου και εξυγιαίνονται πλήρως τα δύο βασικά ταμεία παροχής εφάπαξ το Ταμείο Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων (ΤΠΔΥ) και το Ταμείο Πρόνοιας Ιδιωτικού Τομέα (ΤΑΠΙΤ).
«Η λέξη έλλειμμα» σημειώνουν, «θα είναι άγνωστη λέξη πλέον στα ταμεία αυτά».
Η νέα υπουργική απόφαση, προβλέπει μεταξύ άλλων τη δημιουργία «ατομικών μερίδων» για όλους τους ασφαλισμένους, ενώ για να μην υπάρξουν δραματικές ανατροπές στο εφάπαξ, όπου καταγράφονται ληξιπρόθεσμες οφειλές -για παράδειγμα στο ταμείο των δημοσίων υπαλλήλων- αυτές θα μοιραστούν σε βάθος 15ετίας.
Συγκεκριμένα, προβλέπεται:
Δημιουργία από 1η Ιανουαρίου 2014 ατομικών μερίδων, στις οποίες θα τηρούνται οι ασφαλιστικές εισφορές που καταβάλλονται.
Η απόσβεση των ληξιπρόθεσμων οφειλών θα γίνεται σε ορίζοντα 15ετίας.
Για όσους αποχώρησαν από την 1η Σεπτεμβρίου και εφεξής, το τμήμα εφάπαξ παροχής που αναλογεί στα έτη ασφάλισης μέχρι το τέλος του 2013 υπολογίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις των οικείων καταστατικών και τη νομοθεσία που ίσχυε μέχρι την ημερομηνία αυτή. Το διάστημα μετά την 1η Ιανουαρίου 2014 θα υπολογίζεται με το νέο σύστημα, λαμβάνοντας υπόψη το έτος έκδοσης της συνταξιοδοτικής πράξης του κύριου φορέα ασφάλισης, τα έτη ασφάλισης, την ετήσια μεταβολή της βάσης υπολογισμού των εισφορών, το ύψος των καταβληθέντων εισφορών κ.α.
Καθιερώνεται νέος μαθηματικός τύπος για τον υπολογισμό του βοηθήματος.
Για χρόνο από 1η Ιανουαρίου 2014 και μετά, το ποσό του εφάπαξ ισούται με την συσσωρευμένη αξία των εισφορών κατά την ημερομηνία αποχώρησης.
Για τη συσσώρευση των εισφορών γίνεται χρήση πλασματικού ποσοστού επιστροφής, το οποίο ορίζεται ως η ετήσια μεταβολή της βάσης υπολογισμού των εισφορών για το σύνολο των ασφαλισμένων. Συγκεκριμένα, λαμβάνονται υπόψη οι συνολικές ετήσιες εισφορές, τα έτη συσσώρευσης εισφορών, η ετήσια μεταβολή της βάσης υπολογισμού των εισφορών, το έτος έκδοσης της συνταξιοδοτικής πράξης του κύριου φορέα ασφάλισης αλλά και ο συντελεστής βιωσιμότητας του ταμείου.
Για τον συντελεστή βιωσιμότητας λαμβάνονται υπόψη οι συνολικές εισφορές εργοδότη – εργαζόμενου, η ειδική τακτική εισφορά (όπου υπάρχει), τα διοικητικά έξοδα που δεν μπορεί να υπερβαίνουν το 2,5% των ασφαλιστικών εισφορών, η περιουσία η οποία έχει διαμορφωθεί στις 31 Δεκεμβρίου πριν από την καταβολή των συνολικών παροχών, οι συνολικές παροχές χωρίς την εφαρμογή του συντελεστή βιωσιμότητας, η παρούσα αξία των συνολικών υποχρεώσεων με βάση τα δεδουλευμένα δικαιώματα των ασφαλισμένων (με κανόνες συστήματος καθορισμένων εισφορών με νοητή κεφαλαιοποίηση), καθώς και το οικονομικό έτος για το οποίο υπολογίζεται ο συντελεστής βιωσιμότητας.
Συγκεκριμένα, προβλέπεται:
Δημιουργία από 1η Ιανουαρίου 2014 ατομικών μερίδων, στις οποίες θα τηρούνται οι ασφαλιστικές εισφορές που καταβάλλονται.
Η απόσβεση των ληξιπρόθεσμων οφειλών θα γίνεται σε ορίζοντα 15ετίας.
Για όσους αποχώρησαν από την 1η Σεπτεμβρίου και εφεξής, το τμήμα εφάπαξ παροχής που αναλογεί στα έτη ασφάλισης μέχρι το τέλος του 2013 υπολογίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις των οικείων καταστατικών και τη νομοθεσία που ίσχυε μέχρι την ημερομηνία αυτή. Το διάστημα μετά την 1η Ιανουαρίου 2014 θα υπολογίζεται με το νέο σύστημα, λαμβάνοντας υπόψη το έτος έκδοσης της συνταξιοδοτικής πράξης του κύριου φορέα ασφάλισης, τα έτη ασφάλισης, την ετήσια μεταβολή της βάσης υπολογισμού των εισφορών, το ύψος των καταβληθέντων εισφορών κ.α.
Καθιερώνεται νέος μαθηματικός τύπος για τον υπολογισμό του βοηθήματος.
Για χρόνο από 1η Ιανουαρίου 2014 και μετά, το ποσό του εφάπαξ ισούται με την συσσωρευμένη αξία των εισφορών κατά την ημερομηνία αποχώρησης.
Για τη συσσώρευση των εισφορών γίνεται χρήση πλασματικού ποσοστού επιστροφής, το οποίο ορίζεται ως η ετήσια μεταβολή της βάσης υπολογισμού των εισφορών για το σύνολο των ασφαλισμένων. Συγκεκριμένα, λαμβάνονται υπόψη οι συνολικές ετήσιες εισφορές, τα έτη συσσώρευσης εισφορών, η ετήσια μεταβολή της βάσης υπολογισμού των εισφορών, το έτος έκδοσης της συνταξιοδοτικής πράξης του κύριου φορέα ασφάλισης αλλά και ο συντελεστής βιωσιμότητας του ταμείου.
Για τον συντελεστή βιωσιμότητας λαμβάνονται υπόψη οι συνολικές εισφορές εργοδότη – εργαζόμενου, η ειδική τακτική εισφορά (όπου υπάρχει), τα διοικητικά έξοδα που δεν μπορεί να υπερβαίνουν το 2,5% των ασφαλιστικών εισφορών, η περιουσία η οποία έχει διαμορφωθεί στις 31 Δεκεμβρίου πριν από την καταβολή των συνολικών παροχών, οι συνολικές παροχές χωρίς την εφαρμογή του συντελεστή βιωσιμότητας, η παρούσα αξία των συνολικών υποχρεώσεων με βάση τα δεδουλευμένα δικαιώματα των ασφαλισμένων (με κανόνες συστήματος καθορισμένων εισφορών με νοητή κεφαλαιοποίηση), καθώς και το οικονομικό έτος για το οποίο υπολογίζεται ο συντελεστής βιωσιμότητας.