Του Θανάση
Νικολαΐδη
ΞΕΚΙΝΑΜΕ
απ’ τα σχολεία. Με τη…λύσσα (πολλών) γονιών για το «άριστα». Φτιαχτό,
ευκαιριακό και στο βάθος κάλπικο, πάντως τονωτικό της μάνας για να παρουσιάζει
τον κανακάρη της σαν κατ’ ευθείαν…απόγονο του Αϊνστάιν. Ο πατέρας (συνήθως)
αδιάφορος και το παιδί πεπεισμένο πως ένα «χαρτί» του ανοίγει δρόμους.
ΚΙ
ύστερα, μπροστά του το δημόσιο των βολεμένων. Με τις «ανέσεις» και τις
«ευκαιρίες» του. Ήταν να μη σφηνωθεί σε μυαλά πως δεν τιμωρείσαι ό,τι κι αν
(δια)πράξεις. Θα κρατηθείς εξαρτώμενος από εξαρτημένους, που δεν θα τολμήσουν
να σε διώξουν. Με ποιο συμφέρον να το κάνουν και με ποια νομοθεσία; Εξ άλλου,
το συρτάρι σου γεμάτο από «άριστα» και περγαμηνές. Από επιτροπές, για μια
δύσκολη ώρα.
«ΑΝ δεν
θέλεις κάτι να προχωρήσει, φτιάξε μιαν επιτροπή» και το αγνοήσαμε. Κι αφήσαμε
τον υπάλληλο να τον κρίνουν υπηρεσιακά, βάσει της γνωριμίας και του…κόμματος.
Με την περίφημη «συνέντευξη» να συμβάλλει στο «άριστα» κι άλλους να τους
στέλνει εκτός παιδιάς.
ΚΑΙ
γέμισαν τα σχολεία «αριστούχους» χωρίς οι δάσκαλοι να κοκκινίζουν και το
δημόσιο καλοπερασάκηδες με το «άριστα» στο συρτάρι τους. Έφτασε η ώρα για
αξιολόγηση κι ανοίγουν τα συρτάρια. Ό,τι διαθέτει καθένας/καθεμιά και ο τύπος
τρώει την ουσία. Βγαίνουν και χαρτιά πλαστά και πτυχία κάλπικα της ατιμωρησίας
κρυμμένης στη «δημοκρατία».
ΚΑΙ τώρα;
Υπάρχουν νόμοι που δεν αλλάζουν κι άλλοι που ψηφίζονται σ’ ένα βράδυ. Δεν
κουνάς απ’ το πόστο έναν απατεώνα του δημοσίου, μόνο τον ταρακουνάς. Θα
προσφύγει σε δικαστήρια, θα δώσει τη «μάχη». Με το θράσος, την ψευτιά και
το…άριστά του. Και με τα εύσημα του κόμματος και την (υπο)στήριξη της
παράταξης.
ΜΙΑΣ,
λοιπόν, και βρεθήκαμε στα κόμματα και τα παλικάρια τους, να σχολιάσουμε το
χθεσινό τους κατόρθωμα. Από αγωνία τους για συνταξιούχους του κοινοβουλίου κι
όχι μόνο, μη δεν πάρουν ό,τι τους ανήκει(;!). Νύχτα και σε μέρες ραστώνης,
χωρίς ντροπή και τσίπα, ενιαία και χωρίς κοκορομαχίες, πέρασαν εγκύκλιο για
τους…αναξιοπαθούντες του παρελθόντος («εκεί που είσαι θα’ ρθω…»). Η πρωτοβουλία
τους με στοιχεία νομολαγνείας «συμπαρέσυρε» και δημάρχους, κοινοτάρχες και
νομάρχες. Οι παλιοί (διατελέσαντες) περιμένουν και οι σημερινοί προσδοκούν.
ΟΙ
πεινασμένοι στα συσσίτια, αυτοί τη «δουλειά» τους και η ζωή συνεχίζεται(;).